- γεωμετρική τέχνη
- Ρυθμός τέχνης που δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε στην αρχαία Ελλάδα μετά την παρακμή του μυκηναϊκού πολιτισμού και την κάθοδο των Δωριέων. Καλύπτει, σε γενικές γραμμές, τη χρονική περίοδο από το 1100 έως το 700 π.Χ. και οφείλει την ονομασία του στα γεωμετρικά σχήματα με τα οποία διακοσμούσαν τα κεραμικά αγγεία, που είναι τα κυριότερα σωζόμενα καλλιτεχνικά έργα της εποχής αυτής.
Η γεωμετρική διακόσμηση δεν εμφανίστηκε τότε για πρώτη φορά στην τέχνη. Γραμμές, κύκλοι, σπείρες, ρόμβοι, τρίγωνα, τετράγωνα χρησιμοποιήθηκαν και σε προηγούμενους πολιτισμούς, όπως στην κεραμική της Μεσοποταμίας κατά την 5η και την 4η χιλιετίας όπου ακόμα και νατουραλιστικά θέματα, τοπία ή ζώα, αποδίδονταν με γεωμετρική σχηματοποίηση. Ανάλογα στοιχεία υιοθετήθηκαν και σε άλλες περιοχές της δυτικής Ασίας και της Μικράς Ασίας (κεραμική Καππαδοκίας). Επίσης στην κεντρική Ευρώπη και στη νεολιθική Ελλάδα τα προϊόντα της αγγειοπλαστικής στολίζονταν με γεωμετρικά μοτίβα (κεραμική Διμηνίου και Σέσκλου της Θεσσαλίας), όπως και πολλά αγγεία του μινωικού και του μυκηναϊκού πολιτισμού.
Εκείνο όμως που διακρίνει την ελληνική γ.τ. δεν είναι τόσο η ανεύρεση νέων θεμάτων όσο ο τρόπος της διάταξής τους στο έδαφος των αγγείων. Ενώ στις προηγούμενες εποχές τα γεωμετρικά μοτίβα ήταν ενστικτώδη γραμμικά σύμβολα μιας πανίσχυρης και ακατανόητης φύσης σε συνεχή και ανεξέλεγ-κτη ροή, η γ.τ. τα υπέταξε σε αρμονικούς νόμους και δημιούργησε με αυτά έναν ρυθμό, όπου επικρατεί όχι η δύναμη του τυχαίου, αλλά η ευταξία και η έλλογη φυσική ισορροπία. Αυτή είναι η πρώτη γνωστή εκδήλωση του μεγάλου πνευματικού άλματος της Ελλάδας, από το οποίο πήγασε και οδηγήθηκε ολόκληρη η μεταγενέστερη ελληνική σκέψη και τέχνη.
Πολλές θεωρίες έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή της ελληνικής γ.τ. Άλλοι την ερμηνεύουν ως εξέλιξη της μυκηναϊκής, άλλοι δέχονται ότι αναπτύχθηκε σε ένα υπόβαθρο λαϊκής προέλευσης, άλλοι, τέλος, υποστηρίζουν ότι οφείλεται σε δωρικές επιδράσεις, χωρίς όμως ακόμα να έχει δοθεί ικανοποιητική λύση στο πρόβλημα. Η γεωμετρική κεραμική εμφανίστηκε, με τοπικές παραλλαγές, σε πολλά μέρη της ανατολικής Ελλάδας, από τη Θεσσαλία έως τη Λακωνία, στις Κυκλάδες, στην Κρήτη, στη Ρόδο· το κυριότερο όμως κέντρο ανάπτυξής της ήταν η Αττική, όπου βρέθηκαν και τα πιο σημαντικά δείγματα, τα κτερίσματα των τάφων και τα επιτύμβια αγγεία του νεκροταφείου του Διπύλου στην Αθήνα. Γενικά η διακόσμηση των γεωμετρικών αγγείων είναι σχεδόν πάντοτε γραπτή με στιλπνό μαύρο ή καστανό χρώμα πάνω στο κιτρινωπό έδαφος του πηλού και χαρακτηρίζεται από τα γεωμετρικά, συνήθως ευθύγραμμα, σχέδια (θλαστές γραμμές, τρίγωνα, τετράγωνα, ρόμβους, σταυρούς, αγκυλωτούς σταυρούς, μαιάνδρους, αβακωτά σχήματα, ομόκεντρους κύκλους ή ημικύκλια) που υπάρχουν στις διαχωριστικές οριζόντιες ταινίες που περιζώνουν τα αγγεία.
Η διάρκεια της γ.τ., που οροθετείται κατά προσέγγιση από το 1100 έως το 700 π.Χ., κατανέμεται ενδεικτικά σε πέντε φάσεις σύμφωνα με τις νεότερες αρχαιολογικές μελέτες. Στο διάστημα της πρωτογεωμετρικής φάσης (1100-900 π.Χ.) τα σχήματα των αγγείων αποβάλλουν τον ρευστό χαρακτήρα των μυκηναϊκών, αποκτούν την αυστηρή και λιτή μορφή τους και χωρίζονται σε οριζόντιες διακοσμητικές ζώνες μέσα στις οποίες γράφονται λίγα γεωμετρικά σχήματα, συνήθως ομόκεντροι κύκλοι ή ημικύκλια. Στην πρώιμη γεωμετρική (900-850 π.Χ.) το ύψος των αγγείων μεγαλώνει, μελανές στιλπνές ζώνες καλύπτουν τον μεγαλύτερο χώρο πάνω στον ανοιχτόχρωμο πηλό και αυξάνει η ποικιλία των γεωμετρικών σχημάτων. Τότε εισάγεται και το μοτίβο του μαιάνδρου, του πιο χαρακτηριστικού κοσμήματος της γ.τ. Στην αυστηρή περίοδο (850-750 π.Χ.) οι μαύρες ζώνες υποχωρούν στη βάση των αγγείων, οι διακοσμητικές ταινίες πολλαπλασιάζονται και δημιουργούν ένα δαντελωτό πλέγμα, ο μαίανδρος κυριαρχεί και τοποθετείται στον σημαντικότερο χώρο, στη μετόπη που σχηματίζεται μεταξύ των λαβών. Ενώ το στάδιο αυτό συνεχίζεται, ορισμένα εργαστήρια (αρχές 8ου αι. π.Χ.) εμπλουτίζουν περισσότερο τη διακοσμητική οργάνωση των αγγείων, σταθεροποιούν μορφές ζώων μέσα σε ζώνες του λαιμού και της βάσης και εισάγουν στην επίσημη μετόπη μεταξύ των λαβών τη μορφή του ανθρώπου. Αυτή είναι η ώριμη φάση, στην οποία ανήκουν τα θαυμάσια αγγεία του Διπύλου που τα τοποθετούσαν πάνω στους τάφους ως επιτύμβια μνημεία και τα οποία αποτελούν –για το μέγεθος (υπερβαίνουν συχνά σε ύψος το 1,50 μ.) και την τελειότητα της εκτέλεσής τους– την υψηλότερη έκφραση της γ.τ. Κύριο θέμα τους γίνεται η πρόθεση και ο θρήνος του νεκρού (αμφορέας στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας), η εκφορά του μαζί με τιμητικές αρματοδρομίες (κρατήρας στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας), θέματα τα οποία συνδέονται με ανάλογες περιγραφές των ομηρικών επών. Άνθρωποι και ζώα αποδίδονται γεωμετρικά σχηματοποιημένοι με σκούρο στιλπνό χρώμα, ενώ το υπόλοιπο αγγείο καλύπτεται από αυστηρές κορδέλες μαιάνδρων, θλαστών γραμμών, κύκλων, αγκυλωτών σταυρών στην ίδια γραφική αντίληψη. Στην υστερογεωμετρική φάση (750-700 π.Χ.), το βασικό τραγικό θέμα του θρήνου υποχωρεί, οι συνθέσεις χαλαρώνουν, τα γεωμετρικά σχήματα γίνονται πιο ελεύθερα και ζώνες με ζώα, πουλιά, σκηνές ναυαγίων, κυνηγιού, θεμάτων από τη μυθολογία ή τα ομηρικά έπη οδηγούν την αγγειογραφία σε πιο νατουραλιστικές εκφράσεις. Χαρακτηριστικό είναι ένα από τα όψιμα δείγματα του ρυθμού, το παλαιότερο σωζόμενο ενυπόγραφο έργο Έλληνα αγγειογράφου, του Αριστονόφου (7ος αι. π.Χ.). Το αγγείο βρέθηκε στο Τσερβετέρι της Ιταλίας και απεικονίζει την τύφλωση του Πολύφημου από τον Οδυσσέα και τους συντρόφους του. Από τα μέσα ήδη του 8ου αι. η στενότερη επαφή της Ελλάδας με την Ανατολή εμπλουτίζει την αγγειογραφία με νέα θέματα –λιοντάρια, πάνθηρες, φανταστικά όντα, ρόδακες, ανθέμια, άνθη λωτού κ.ά.– που οδηγούν στον ανατολίζοντα ρυθμό, στον οποίο αναδεικνύεται η κεραμική της Κορίνθου.
Η πλαστική της γεωμετρικής περιόδου είναι γνωστή από μικρών διαστάσεων έργα. Ασφαλώς υπήρχαν στους ναούς μεγαλύτερα λατρευτικά αγάλματα των θεών, το ξύλο όμως από το οποίο ήταν κατασκευασμένα (ξόανα) εμπόδισε τη συντήρησή τους, γι’ αυτό και κανένα δεν έχει περισωθεί. Στον 8ο αι. ανήκουν πέντε ελεφάντινα γυναικεία γυμνά ειδώλια από έναν τάφο του Διπύλου με τα χέρια κολλημένα στους γλουτούς και τα πόδια ενωμένα. Η ίδια γεωμετρική διάθεση με τα αγγεία, στην αυστηρή υποδιαίρεση των τμημάτων του σώματος και στην τριγωνική απόδοση του θώρακα, χαρακτηρίζει τα έργα αυτά, όπως και τα περισσότερα ειδώλια πολεμιστών και ζώων, ιδίως αλόγων από πηλό ή χαλκό, τα οποία παρουσίαζαν μια κίνηση. Άλλα ευρήματα της γεωμετρικής περιόδου είναι χάλκινοι τρίποδες, χάλκινες εγχάρακτες πόρπες, μερικά σφυρήλατα ελάσματα –επενδύσεις μάλλον μικρών ξύλινων λαρνακών για την τέφρα των νεκρών– και ένας θαυμάσιος χάλκινος θώρακας, μοναδικός στο είδος του, του τέλους του 8ου αι., που βρέθηκε στο Άργος και κοσμεί το μουσείο του. Με τη σαφήνεια της πλαστικής μορφής του το έργο αυτό προαναγγέλλει τη γλυπτική των αρχαϊκών χρόνων.
Η ελληνική γ.τ., ενώ σε παλαιότερες εποχές είχε θεωρηθεί πρωτόγονη και βαρβαρική, θαυμάζεται σήμερα για τα αγγειογραφικά επιτεύγματά της, όπου αποκρυσταλλώθηκαν η έννοια της καθαρής μορφής και οι τρόποι της μνημειακής σύνθεσης, ενώ δόθηκαν πρωτότυπες λύσεις στο πρόβλημα της τοποθέτησης τρισδιάστατων μορφών πάνω στον δισδιάστατο χώρο της ζωγραφικής επιφάνειας. Η μονόχρωμη απόδοση των θεμάτων, η απεικόνιση των σωμάτων και των αντικειμένων, όχι από μια ορισμένη οπτική γωνία αλλά από την πιο χαρακτηριστική και εύληπτη πλευρά του κάθε τμήματός τους, η παρουσίαση δηλαδή μιας εικαστικής μορφής από διάφορες όψεις συγχρόνως (κορμός σε μπροστινή όψη, κεφάλι και πόδια σε κατατομή) και η όλη οργάνωση των έργων με κριτήρια περισσότερο λογικά και πνευματικά παρά αισθησιακά, είναι στοιχεία που η τέχνη του 20ού αι. ανακάλυψε και εκτίμησε ξανά, αφού στις ίδιες αντιλήψεις βασίστηκαν ορισμένα μεγάλα σύγχρονα εικαστικά ρεύματα και ιδίως ο αναλυτικός και ο συνθετικός κυβισμός καθώς επίσης η αφηρημένη γεωμετρική τάση.
Η πλαστική της γεωμετρικής περιόδου είναι γνωστή από μικρών διαστάσεων έργα, όπως τα πέντε ελεφάντινα γυναικεία γυμνά ειδώλια από έναν τάφο του Διπύλου, με τα χέρια κολλημένα στους γλουτούς και τα πόδια ενωμένα. To καλύτερο από αυτά εικονίζει κάποια θεά, όπως φαίνεται από το στολισμένο με μαίανδρο στέμμα της (8ος αι. π.Χ.).
Επιτύμβιος αττικός αμφορέας του 8ου αι. π.Χ., με παράσταση πρόθεσης και θρήνου νεκρού, από το νεκροταφείο του Διπύλου της Αθήνας, όπου βρέθηκαν τα σημαντικότερα δείγματα κεραμικής της γεωμετρικής περιόδου (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα· φωτ. Hannibal).
Αττικό αγγείο ώριμης γεωμετρικής τέχνης του 8ου αι. π.Χ. (Συλλογή Μπορόβσκι, Βασιλεία Ελβετίας).
Dictionary of Greek. 2013.